Spaces of Education – Care Condensers
Original in Greek: “Σχολικοί Χώροι – Πυκνωτές Φροντίδας,” TA NEA, 26 Σεπτεμβρίου 2020. Συνεργατικό Γραφείο Φατούρα.
Η αρχιτεκτονική των χώρων εκπαίδευσης αποτελεί ίσως ένα από τα πιο άκαμπτα και επίμονα χωρικά και κοινωνικά διαγράμματα. Η διδασκαλία και οι χώροι της, ο ρόλος, το είδος και ο τρόπος της μάθησης δηλώνουν τα ιδεολογικά και πολιτικά πλαίσια και βέβαια τις εμμονές της κάθε κοινωνίας που δεν αλλάζουν εύκολα ή με ιδιαίτερη ταχύτητα. Μέσα στους χώρους των σχολείων «κατασκευάζεται» η/ο πολίτης, το υποκείμενο που συγκροτείται εκτός και πέρα από τον κλοιό της οικογένειας, το άτομο που υπάρχει μέσα στο κοινωνικό. Οι χώροι μάθησης είναι γεμάτοι σήματα και νοήματα, ταυτότητες, επιλογές και συγκρούσεις. Εκεί, αναμετριέται με τρόπο ιδιαίτερα τραυματικό, η αυτοδιάθεση και η επιτελεστικότητα με την κανονικότητα της εθνοπατριαρχίας, η επιθυμία για συμβίωση με τον ανταγωνισμό, οι συλλογικές ανάγκες με τις ατομικές προτεραιότητες.
Οι χώροι που κάνουν όλα τα παραπάνω είναι γνωστοί σε όλες/ους και βιωμένοι στα σώματά μας: η μάντρα, η πύλη, η αυλή, το προαύλιο, οι κερκίδες, η μπασκέτα, η είσοδος, τα γραφεία, οι σκάλες, ο διάδρομος, η αίθουσα, η έδρα, το θρανίο, ο πίνακας στη στενή μεριά, οι φεγγίτες στη μακριά, οι τουαλέτες στον πάνω ή τον κάτω όροφο, αριστερά ή δεξιά από τη σκάλα. Η χωρική και τυπολογική ευκρίνεια και η επανάληψή της είναι σχεδόν τρομακτική. Κανονισμοί, κατασκευαστικοί και οικονομικοί περιορισμοί, αλλά και η πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής των κτιρίων μάθησης στο χρόνο, συντελούν περαιτέρω στη σχεδόν ακλόνητη λειτουργία τους μέσα στην κοινότητα: το σχολείο είναι πάντα εκεί.
Και κάπου εκεί, «στη ρωγμή του χρόνου» (και του χώρου), οι χώροι μάθησης μπορεί να γίνουν και κάτι άλλο – παραπάνω. Μια πόρτα που ανοίγει αλλιώς, ένας διάδρομος που διευρύνεται, μια πύλη που δεν υπάρχει ή δεν κλείνει, ανοίγματα διαφορετικά, χρώματα, υπόστεγα, κρυφές γωνιές, παγκάκια, αστείες και περίεργες σκάλες, δέντρα, οθόνες, παιχνίδια, και πάνω από όλα, ο τρόπος που τα διαχειρίζεται και τα βιώνει η εκάστοτε κοινότητα. Εάν λοιπόν μπορούμε να διακρίνουμε μια τάση είναι ακριβώς αυτή η ανάγκη το σχολείο να συγκροτεί έναν «πυκνωτή φροντίδας», μια υποδομή για την κοινότητα που ξεπερνά τα τυπικά πλαίσια των ωρολογίων προγραμμάτων και των χωρικών αναγκών του σχολείου. Οι ψηφιακές δυνατότητες, η μετατροπή της αίθουσας σε έναν διευρυμένο εικονικό χώρο συνεύρεσης, τα εργαλεία και οι τεχνολογίες που μας κινούν πέρα από τον παραδοσιακό χώρο και χρόνο του σχολείου και του μαθήματος, επιτρέπουν την ανάπτυξη νέων μορφών συνύπαρξης, συνεργασίας και – μακάρι – ανεκτικότητας. Η επαφή με άλλες κοινότητες και η συγκρότηση νέων, έρχονται να καταστήσουν το σχολείο ξανά χώρο αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας.